MY WAY

Είναι περασμένες έντεκα, Κυριακή 11 Ιούλη. Τα παράθυρα του δωματίου μου ορθάνοικτα. Το αεράκι δροσερό με χαϊδεύει.

Όχι, ότι έχει διάθεση τρυφερή για μένα. Ίσως να θέλει μ' αυτό τον τρόπο να μου υπενθυμίσει ότι τα παράθυρα είναι ανοικτά.

Θαρρείς ότι ξέρει πως θα βγω.

Ίσως πάλι να μου υπενθυμίζει πως η νύχτα είναι τρυφερή.

Θαρρείς ότι θέλει να βγω.

Εγώ αραδιασμένος στο κρεβάτι μου, φορώ μονάχα το τελευταίο μου boxerακι. Το τελευταίο καθαρό boxerακι. Τους τελευταίους μήνες μοναχικού βίου, ανέκαθεν αυτό αποτελούσε προειδοποίηση: Πρέπει να βάλω πλυντήριο. 

Μαζί μου ξαπλωμένα στα μπεζ σκεπάσματα τρία έντυπα: "Northeastern University, Mgmt of Small Business Enterprise". "Nitro, H βίβλος της βλακείας, Πέος - Τι σκέφτονται οι άντρες και τι κρύβουν οι γυναίκες". "Paulo Coelho, Το Εγχειρίδιο του Πολεμιστή του Φώτος".

Πρέπει κάποιο να βαστήξω. Η απόφαση δύσκολη. Χρειάζομαι ένα κριτήριο που να απορρίπτει τα δυο και συνάμα να προκρίνει μόνο το ένα.

Το βρήκα ! 

Το "Northeastern University" πλατύ, χοντρό και βαρύ.

Το ίδιο και το "Nitro".

Ο "Coelho" σε άψογη φόρμα. Λεπτός και ελαφρύς. Φίνος.

Προσποιούμαι τον αδύναμο να σηκώσει βάρη, τον κουρασμένο και τον αρπάζω. Άλλο που δεν ήθελα!

Σελίδα 82: "Ο πολεμιστής του Φώτος πιστεύει. Επειδή πιστεύει στα θαύματα, τα θαύματα αρχίζουν να συμβαίνουν. Επειδή έχει τη βεβαιότητα πως η σκέψη του μπορεί ν' αλλάξει τη ζωή, η ζωή αρχίζει ν' αλλάζει. Επειδή είναι βέβαιος ότι θα συναντήσει την αγάπη, η αγάπη εμφανίζεται. Από καιρό σε καιρό νιώθει απογοήτευση. Μερικές φορές πονάει. Και τότε ακούει τα σχόλια: - Πόσο αφελής είναι ! Ο πολεμιστής όμως γνωρίζει πως αξίζει το τίμημα. Για κάθε ήττα, Έχει δυο κατακτήσεις προς όφελος του. Όλοι όσοι πιστεύουν το γνωρίζουν."

Γυρνάω νευρικά Σελίδα.

Τι εννοεί "δυο κατακτήσεις προς όφελος του" ; Εγώ για την ώρα, πίστεψα, αγάπη δεν είδα, ηττήθηκα κι ακόμη ψάχνω την πρώτη κατάκτηση της ήττας μου. Άκου, δυο !

Στη Σελίδα 51 διαβάζω: " Ένας πολεμιστής του Φώτος μοιράζεται τον κόσμο του με εκείνους που αγαπά. Προσπαθεί να τους προτρέψει να κάνουν αυτό που επιθυμούν αλλά που αποφεύγουν Από έλλειψη θάρρους. Εκείνες τις στιγμές εμφανίζεται ο Αντίπαλος με δυο πλάκες στο χέρι. Στη μια γράφει: Σκέψου περισσότερο τον εαυτό σου. Κράτησε για σένα τις ευλογίες, αλλιώς θα χάσεις τα πάντα. Στην άλλη διαβάζει: Ποιος είσαι εσύ για να βοηθήσεις του άλλους ; Έχεις καταφέρει να δεις τα ελαττώματα σου ; Ένας πολεμιστής γνωρίζει ότι έχει ελαττώματα. Μα γνωρίζει επίσης ότι δεν μπορεί να απομακρυνθεί από τους συντρόφους του. Τότε εκσφενδονίζει τις δυο πλάκες στη γη, αν και σκέφτεται ότι περιέχουν κάποια βάση αλήθειας. Οι πλάκες γίνονται σκόνη και ο πολεμιστής συνεχίζει να παροτρύνει τον πλησίον του." 

Πέστα Χρυσόστομε ! Ακούει κανείς ;

Γεμίζω θάρρος... 

Τώρα γυρνώ σελίδα νικητής.

Κληρώνει η 76 !

Για να δούμε τι λέει: " Η πίστη δεν εμψυχώνει πάντα την ψυχή του Πολεμιστή του Φώτος. Υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες δεν πιστεύει σε τίποτα απολύτως. Και ρωτάει την καρδιά του: αξίζει τον κόπο που κουράζομαι τόσο ; " 

Τρομάζω πολύ. 

Δε διαβάζω παρακάτω. 

Με μια απότομη κίνηση το κλείνω. Αισθάνομαι ότι κάποιος μου κάνει φάρσα. Δεν είναι δυνατόν να διαβάζω την ψυχή μου σε μια σελίδα: Την 76! 

Θυμάμαι το " The game ", με τον M. Douglas. 

Ανοίγω το εσώφυλλο να βεβαιωθώ πως ο εν λόγω συγγραφέας είναι εν ζωή. 

Και μάλλον έτσι είναι.

Χρονολογία γέννησης ναι, υπάρχει: 1947. 

Θανάτου, όχι… 

Άρα αν με κοιτούσε θα τον έβλεπα. Αν με έβλεπε θα τον κοιτούσα.

Η αλήθεια είναι ότι ένα βάρος μου έφυγε, όμως ο παραλογισμός που με κυριεύει τις τελευταίες μέρες και νύχτες στέκεται ικανός να προφασιστώ πεινά. 

Βάζω ένα τζην, καθαρό πουκάμισο και suede παπούτσια. Σκέφτομαι τη σοφία του άνεμου - ο οποίος εξακολουθεί να μ' αγγίζει. Δεν είναι δα και τόσο δυνατός να με χαϊδεύει στο μπάνιο μου, όπου βρίσκομαι τώρα. 

Κοιτάζομαι στον καθρέφτη μου. Κοιτάζομαι επίμονα. Αυτό επιβεβαιώνει ότι η πεινά δεν είναι παρά η πρόφαση. 

Όταν ¨κοιτάζομαι επίμονα¨, το κάνω προσπαθώντας να βγω από τον εαυτό μου και να υποδυθώ τον Κόσμο, τους Άλλους. 

Αν μου αρέσω, θα τους αρέσω. 

Αυτή η διαδικασία λαμβάνει χώρα πριν από κάθε επικαλούμενη "κοινωνική έξοδο". Ποτέ πριν από μια εξόρμηση πεινάς και μόνο.

Τώρα πια είμαι σίγουρος για την πρόφαση. 

Μένει να δω τη "φάση". 

Δε βιάζομαι. Δε με περιμένει κανείς, δεν περιμένω κανένα. 

Μολοταύτα δεν αργώ. Τελικά δεν είμαι μόνος. Είμαι με τον εαυτό μου. Θέλει να μου μιλήσει. Το ίδιο κι εγώ. 

Η αλήθεια είναι ότι συζητάμε συχνά οι δυο μας τώρα τελευταία. Σήμερα απλά είπαμε να προσδώσουμε λίγη περισσότερη "επισημότητα" ως προς το περιβάλλον. 

Λίγο μεγαλύτερο "ειδικό βάρος" στις κουβέντες μας.

Έχουμε - δεν πρέπει να ξεχάσω ότι πλέον είμαστε δυο - πια βγει από το γκαράζ. Το αυτοκίνητο μου ανοικτό. Το αεράκι δροσερό. Σκέφτηκα ότι αν δεν είχα κοιτάξει το ημερολόγιο θα έπαιρνα καλού κακού και ένα πουλοβεράκι μαζί. 

Όμως το είχα κοιτάξει. Και ήμουν βέβαιος. Κατακαλόκαιρο !

Λοιπόν, που πάμε ; 

To Marche έχει την τιμητική του τώρα τελευταία, όχι όμως κι απόψε. 

Όταν βγαίνεις για να "μιλήσεις", αναζητάς το κατάλληλο περιβάλλον. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω σκεφτεί γιατί όταν βγαίνεις με το "αντικείμενο του πόθου σου" - σήμερα το ρόλο αυτό παίζει ο εαυτός μου - θες περιβάλλον fancy κι όχι την ταβέρνα της γειτονίας σου όπου και καλύτερα θα φας και φθηνότερα. 

Η απάντηση, απόψε, μου ήταν πιο προφανής από ποτέ. 

Έχεις περισσότερη ανάγκη για να μιλήσεις παρά για να φας. Όπερ σημαίνει πως αν κάτι δεν πάει τόσο καλά όσο θα ήθελες, σε ένα glamorous περιβάλλον υπάρχει πάντα ένα πολύχρωμο πλήθος για να σχολιάσεις ή μια μουσική επιλογή του di για να ψιθυρίσεις σκοτώνοντας την αμηχανία της στιγμής. 

Στη ταβέρνα, εν αντιθέσει, υπάρχει ο κυρ-Τάσος με τη λαδωμένη ποδιά για να του παραγγείλεις "ενάμισι κιλό ακόμη παιδάκια, και που 'σαι, και καμία χωριάτικη". Για το soundtrack ωστόσο φροντίζουν καμία εικοσιπενταρια πιτσιρίκια, τρέχοντας δώθε κ' εκείθε: 

"Φτού και βγαίνω" το all time classic, masterpiece !

Μ' αυτά και μ' αυτά βρίσκομαι στο Caprice. 

Από την πρώτη στιγμή μου άρεσε. Λιτό και όμορφο. Η διακόσμηση δε σε αποσπά με περιττές λεπτομερείς ή κακόγουστες χοντροκοπιές. Έτσι έχεις όλη την οπτική σου ενέργεια ακέραιη να τη κατανείμεις, στις όμορφες φατσούλες του πλήθους. Κατά βούληση ! 

Δε με υποδέχτηκε κανείς. 

Ήταν βλέπεται όλοι σίγουροι πως κάποιον ψάχνω, η ότι κάποιος θα με ψάξει. 

Φευ ! Δεν τους κακολόγησα. 

Ο εαυτός μου είναι αόρατος σε εμένα, πόσο μάλλον στους άλλους. 

Η σερβιτόρα στην οποία απευθύνθηκα δοκίμασε έκπληξη. Την έκπληξη της, τη διαδέχτηκε το πιο "εξυπηρετικό" της χαμόγελο. 

Δεν υπολόγισα τον οίκτο της: Αυτόν για έναν άντρα μόνο του, ανάμεσα από τις ευδιάθετες - τουλάχιστον - παρέες των θαμώνων. Υπολόγισα μόνο το φιλοδώρημα που θα της άφηνα. 

Άλλωστε δεν ένιωθα οίκτο για "εμάς" και έτσι δεν παρασύρθηκα σε καταθλιπτικές σκέψεις.

Βολευτήκαμε στο πιο κεντρικό τραπέζι. Η πλάτη μου ακουμπούσε στον τοίχο. Το οπτικό μου πεδίο κάλυπτε όλο τον χώρο. Ήμουν ευτυχισμένος που ο εαυτός μου ήταν αόρατος. Δεν μου έκρυβε ούτε σπιθαμή του χώρου. 

Πάντα στο σινεμά τσαντιζόμουν όταν δε βλέπω ολόκληρη την οθόνη. Δοκίμασα να νιώσω κι εγώ αόρατος. Ίδιος με την παρέα μου, σίγουρος ότι δε θα ένιωθε άβολα.

Παρατηρούσα το σκηνικό. Είπα λιτό. Είχα δίκιο. Τώρα το βεβαίωσα, γιατί ποτέ άλλοτε δεν το είχα παρατηρήσει με τόση επίμονη. Μοναδικό décor, ένα τεράστιο πορτρέτο του μεγάλου, του Frankie. 

Τον κοίταξα και ψιθύρισα κάτι από το "my way". 

Ταίριαζε. 

Πριν προλάβω να αντιληφθώ τι κοιτάζουν τα εκφραστικά του μάτια, η "εξυπηρετική" σερβιτόρα με επαναφέρει στην ορατή πραγματικότητα:

"What can I get you?" 

«Μy dreams back in life", σκέφτηκα.

"The Steak with avocado", είπα.

Το φανταστικά πιο χορταστικό για την ώρα. 

"Stella Artois, drought, to drink" προσέθεσα.

Ο εαυτός μου τότε με μάλωσε: Αν έλεγες πάντα αυτό που σκέφτεσαι δε θα "πεινούσες" τώρα, είπε. 

Αυτή είναι η μίση αλήθεια, είπα. Αναλωθήκαμε τότε στην αναζήτηση της άλλης μισής. 

Η "εξυπηρετική" μας διέκοψε ξανά. 

"How is everything?"

"Great" αποφάνθηκα, μάλλον δυσφορώντας αφού με υποχρέωσε για άλλη μια φορά να υπολογίσω το φιλοδώρημα της. Για να ξεσκάσω, διάολε, ήρθα, όχι για να κάνω ασκήσεις μαθηματικών!

Η συζήτηση πλέον είχε διακοπεί. Ευκαιρία να ξαναδοκιμάσω το αόρατο προσωπείο μου. Είμαι περίχαρης για την καινούργια μου ανακάλυψη. Μπορεί όχι τόσο όσο ο Κολόμβος όταν ανακάλυψε την ήπειρο που πατώ, αλλά αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. 

Σημασία έχει πως οι θαμώνες του club ξεχώριζαν από εμάς τους "περιστασιακούς". 

Φορούσαν όλοι μαύρα. 

Θαρρείς πως είχαν υπογράψει "ενδυματολογικών συνηθειών" συνθήκη. 

Και για του λόγου το αληθές, αυτοί και μόνο αυτοί, ασπάστηκαν τους επί κεφαλής του Bar (λέγε με μετρ, ή όπως αλλιώς θέλεις). 

"Εμπειρικά" τεκμηριωμένο, δηλαδή, το συμπέρασμα μου. Ηδονή!

Σαν την ηδονή που θα ήθελα να μοιραστώ με κάποια από τις τρεις ξανθιές που κάθονταν στο μεταπροσεχές μου τραπέζι. 

Ή ακόμη καλύτερα και με τις τρεις ! Ήταν το ίδιο όμορφες. Δεν μπορούσα να αποφασίσω ποια ήταν περισσότερο… 

Πάνω που είχα πείσει τον εαυτό μου πως θα ήταν μάταιο να αποφασίσουμε, τα βλέμματα τους μου αφαίρεσαν την αόρατη αοριστία μου και μου υπενθύμισαν τη μορφή μου. 

Τη φαντάστηκα όπως την είχα "επίμονα" αφουγκραστεί μπροστά στον καθρέφτη μου πριν από μερικές ώρες. 

Να γιατί μια τέτοια μάτια είναι απαραίτητη πριν από κάθε έξοδο. Μας βοήθα να προσδιορίσουμε τη μορφή μας στο χώρο. Να νιώσουμε υπαρκτοί, άρα "πιθανώς" ποθητοί.

"Πιθανώς" γιατί έτσι όπως με κοίταζαν διαδοχικά η μια μετά την άλλη, ακολουθώντας τη φορά του ρολογιού, σκέφτηκα τρεις "πιθανές" λεζάντες των φωτογραφικών βλεμμάτων που μου "απεύθυναν" :

"Να ένας ποθητός άντρας, μόνος". 

"Να ένας αξιολύπητος, μόνος άντρας" (όπου μόνος άντρας = "στημένος" άντρας) 

"Να ένας αξιολύπητος άντρας, μόνος" (όπου άντρας, μόνος = εγκαταλελειμμένος στη μοίρα του, άντρας). 

Αμέσως, αμέσως η "πιθανότητα" περιορίστηκε στο ένα τρίτο, κι ύστερα …συνοδευόμουνα. Θα ήταν αγένεια!

Οι δυο Stella Artois με είχαν δροσίσει αρκετά, ωστόσο ελλείψει dessert, είχα ανάγκη από γλυκό κι ας ήταν κι αλκοόλ. 

"Let me have a chilled straight sambuca, please". 

"Sambuca! Very nice drink. I used to have it straight on the flames" απάντησε η "εξυπηρετική". 

"May I have the check, as well?" Πρόλαβα. Πρόλαβα πριν ματά–ξανά-υπολογίσω το φιλοδώρημα.

Ήρθε η ώρα να πληρώσω το λογαριασμό και να φύγω. 

Δεν ωφελούν άλλο οι υπολογισμοί. 

Αυτά σκέφθηκα. 

Βεβαιώθηκα ότι δε χρωστώ τίποτα, σηκωθήκαμε και προχωρήσαμε.

Στην πόρτα κοντοστάθηκα.

Το βλέμμα του Frankie ήταν καρφωμένο επάνω μου. 

Ψιθύρισα "my way" και φύγαμε…

Νίκος Μυτιληναίος (Boston VII.99)